DE

ΕΡΕΥΝΑ
Το μέλλον της Ελλάδας σε ταύτιση με την κοινή ευρωπαϊκή μοίρα

Η εικόνα της Ευρώπης στην Ελλάδα σήμερα
Survey Event
© Friedrich Naumann Foundation for Freedom Greece and Cyprus

Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα αποτελούσε, και ταυτόχρονα συμβόλιζε, το μέσο για Πρόοδο : διασφάλιση της εθνικής ακεραιότητας μετά την εισβολή στην Κύπρο, σταθερότητα στην πολιτική ζωή μετά από δεκαετίες ταραγμένης Ιστορίας, εξάλειψη των οικονομικών υστερήσεων και σύγκλιση με τις λοιπές ευρωπαϊκές κοινωνίες και το υψηλό επίπεδο διαβίωσής τους. Μέχρι τη δεκαετία του 2010, το να είναι κάποιος φιλο-ευρωπαίος, υποστηρικτής της Ένωσης ήταν περίπου δεδομένο αφού η Ευρώπη, στα μάτια των Ελλήνων, ήταν - ταυτόχρονα - ιδανικό και κεκτημένο.

Η έρευνα κοινής γνώμης της Κάπα Research «Πώς βλέπουν οι Έλληνες την Ευρώπη σήμερα» για το FNF καταγράφει ταύτιση του μέλλοντος της Ελλάδας με την κοινή ευρωπαϊκή μοίρα. Σχεδόν οι 6 στους 10 πολίτες (58%) αποτιμούν θετικά τη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ με αξιοσημείωτη σταθερότητα από το 2001 (60%) και το 2012 (51%). Χάρη στην ευρωπαϊκή της ένταξη, η Ελλάδα γνώρισε κοινωνική πρόοδο (58%), αύξησε την επιρροή της στα Βαλκάνια και τον κόσμο (46%), είχε οικονομική σταθερότητα και ευημερία (43%), ενίσχυσε τη Δημοκρατία της (39%). Ο απολογισμός είναι, με άλλα λόγια, θετικός ειδικότερα εάν αναλογιστεί κανείς την ευαίσθητη γεωγραφική θέση της χώρας και τη συνεχή ανησυχία για τα «εθνικά θέματα», τα οποία η συμμετοχή στην ΕΕ ούτε ωφέλησε αλλά ούτε και ζημίωσε (40%).

Από τη δεκαετία του 2010 και έπειτα η σχέση Ελλάδας – ΕΕ μεταβάλλεται, γνωρίζει σημαντικές διακυμάνσεις, χωρίς ποτέ, ωστόσο, να διαρραγεί. Οι επώδυνες κοινωνικό-οικονομικές μεταρρυθμίσεις που επέβαλε η διαχείριση της ελληνικής κρίσης από την τρόικα έχουν καταγραφεί το συλλογικό ασυνείδητο ως «τραύμα» και προκάλεσαν μεγάλες ιδεολογικές και πολιτικές μεταβολές στο εσωτερικό της χώρας, οι οποίες καθορίζουν ακόμη την ισορροπία του πολιτικού συστήματος: το πολιτικό φάσμα από την Αριστερά μέχρι την Κεντροαριστερά που διακρινόταν άλλοτε για το διεθνισμό ή το φιλο-ευρωπαϊσμό του εμφανίζεται πολύ πιο διστακτικό απέναντι στην Ευρώπη, τα θεσμικά όργανα, τις πολιτικές της και τη διαχειριστική της επάρκεια σε σχέση με τον Κεντροδεξιό-Δεξιό χώρο που διακατεχόταν άλλοτε από έντονο εθνοκεντρισμό. Ομοίως, η σύγκλιση με την Ευρώπη παραμένει μεγαλύτερο ζητούμενο για τα κόμματα που τη διαχειρίστηκαν επί δεκαετίες (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ) συγκριτικά με τα κόμματα που αναδείχθηκαν ή πρωταγωνίστησαν στο «αντιμνημονιακό μπλοκ» κατά τη δεκαετία του 2010.

Σήμερα, περισσότεροι από τους 7 στους 10 πολίτες (74%) θεωρούν ότι η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη επιστρέφοντας στο επίπεδο του 2008 (74%) - η χρονιά που κατέγραψε τα υψηλότερα ποσοστά του «ελληνικού ευρωπαϊσμού» - μετά το κομβικό για τις σχέσεις Ελλάδας-ΕΕ 2010 όταν οι γνώμες, η κοινωνία είχε διχαστεί: το 47% των πολιτών υποστήριζε ότι η Ελλάδα ανήκει στην Ευρώπη, αλλά το 49% διαφωνούσε. Σήμερα, τίθεται σε αμφιβολία η ισότιμη συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ (44% των ερωτώμενων συμφωνεί, 44% διαφωνεί). Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο το γεγονός ότι η οικονομική παράμετρος, τα ερωτήματα, δηλαδή, που σχετίζονται με την οικονομική/ δημοσιονομική διάσταση της ΕΕ καταγράφουν, στην παρούσα έρευνα, χαμηλότερα ποσοστά αποδοχής, χωρίς, ωστόσο, να μετατρέπονται σε αναθεωρητισμό.

Από την περίοδο της κρίσης χρέους και έπειτα, η ελληνική κοινή γνώμη συγκλίνει με τον σκεπτικισμό που απαντάται συνολικά στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και έχει τις ρίζες του σε
γεγονότα όπως η αυξανόμενη οικονομική ανισότητα, η μετανάστευση από την Αφρική και την Ασία, το Brexit, η διαχείριση της πανδημίας, ο πόλεμος στην Ουκρανία και η αντιμετώπιση της συνακόλουθης κρίσης ενέργειας, αλλά και στην ίδια την ταυτότητα της ΕΕ. Ωστόσο, οι Έλληνες διαφοροποιούνται ουσιαστικά από τον άκαμπτο ευρωσκεπτικισμό άλλων χωρών που διαμορφώνει διακριτές ομάδες αμφισβήτησης (χώρες του Βίζεγκραντ), ενισχύει την Ακροδεξιά σε ιδρυτικές χώρες της Ένωσης (Γαλλία) και, πρόσφατα, μετά τη Σουηδία, στην Ιταλία, επίσης ιδρυτική χώρα της Ένωσης, φέρνει προ των πυλών της εξουσίας ένα μετα-φασιστικό κόμμα θέτοντας σε επανεξέταση τη διάσημη φράση του Benedetto Croce, ιδρυτή του Ιταλικού Φιλελεύθερου Κόμματος: «Ο φασισμός ήταν μια παρένθεση, κλείνουμε την παρένθεση».

Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να ερμηνευτεί και η συνολική γνώμη που έχουν οι πολίτες για την ΕΕ: 48% είναι το ποσοστό εκείνων που την αντιμετωπίζουν θετικά και 50% εκείνων που την αντιμετωπίζουν αρνητικά. Η ισορροπία σε αυτή τη διάσταση των απόψεων (μισοί-μισοί) δεν ήταν πάντοτε σταθερή. Θετική γνώμη για την ΕΕ είχε το 83% των πολιτών το 2008 και το 64% το 2010. Ομοίως, ο βαθμός εμπιστοσύνης των Ελλήνων σε κοινοτικούς θεσμούς όπως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο και το Ευρωκοινοβούλιο είναι υψηλός (60% και 43% αντίστοιχα), αλλά ως προς τα υπόλοιπα κοινοτικά όργανα (Συμβούλιο της Ευρώπης, Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, Ευρωπαϊκή Επιτροπή) παρατηρείται σημαντική υποχώρηση από το 2008 με τα ποσοστά να σταθεροποιούνται στο 32-35% περίπου, στα επίπεδα, δηλαδή του 2010. Η ελληνική κοινή γνώμη ακολουθεί την τάση της συνολικής υποχώρησης της εμπιστοσύνης των Ευρωπαίων στην ΕΕ και τα θεσμικά της όργανα, την οποία καταγράφουν και οι μετρήσεις του Ευρωβαρόμετρου.

Η υποχώρηση της εμπιστοσύνης στους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεν συνεπάγεται αυτόματα και υποχώρηση στην αποδοχή των πολιτικών που εφαρμόζουν. Το αντίθετο, το 72% των πολιτών τίθενται υπέρ της εμβάθυνσης της Ένωσης, επιθυμούν, δηλαδή, εφαρμογή κοινών πολιτικών στην άμυνα/ δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού (75%), στην εξωτερική πολική (73%), στην ενέργεια (70%), αλλά και στα δημοσιονομικά (62%), μια πολιτική με ομοσπονδιακά χαρακτηριστικά που να αγγίξει την επιτυχία της ελεύθερης μετακίνησης, της ανταλλαγής φοιτητών, των ΕΣΠΑ.

Στο δίλημμα «ευρώ ή δραχμή», η ελληνική κοινωνία φαίνεται να έχει δώσει την απάντησή της ταυτίζοντας το ενιαίο νόμισμα με ένα μέλλον πιο σίγουρο και έναν ευρωπαϊκό βηματισμό : 57% είναι το ποσοστό όσων θεωρούν ότι τα πράγματα είναι καλύτερα με το ευρώ και 33% το ποσοστό εκείνων που θεωρούν ότι θα ήταν καλύτερα με τη δραχμή. Εάν γινόταν αύριο δημοψήφισμα, το 67% θα ψήφιζε να παραμείνουμε στο ευρώ και το 25% να επιστρέψουμε στη δραχμή, μια δυναμική που παραμένει σταθερή από το 2009 (με μικρή εξαίρεση τη διάρκεια του μήνα του δημοψηφίσματος του 2015). Διαφοροποιήσεις, ωστόσο, καταγράφονται μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Μεγαλύτερα ποσοστά σε υποστηρικτές της δραχμής εντοπίζονται στους νέους 17-34 ετών, οι οποίοι δεν έχουν γνωρίσει άλλο νόμισμα πλην του ευρώ και μεγάλωσαν κυριολεκτικά μέσα στην κρίση χρέους, αλλά και στη Βόρεια Ελλάδα όπου εντοπίζεται ο ισχυρότερος συνδυασμός ανεργίας, ανέχειας και πολιτικού ελλείμματος. Ξεκάθαρη θέση για αποχώρηση από το ευρώ παίρνουν οι άνεργοι, οι εργάτες/αγρότες και τα μικρότερα κόμματα.

Σε καιρούς κρίσης, η ΕΕ είναι το απανέμι, υποστηρίζει το 77% των ερωτώμενων, ειδικά ενόψει ενός δύσκολου χειμώνα όπου η πλειονότητα ανησυχεί για την έλλειψη ενέργειας για θέρμανση (73%), την κρίση αλληλεγγύης στην ΕΕ (69%) και τις ελλείψεις σε τρόφιμα και βασικά αγαθά (47%). Στο ζήτημα της διαχείρισης κρίσεων, ειδικότερα, εστιασμένη κριτική αφορά στα δυσκίνητα αντανακλαστικά της Ένωσης: αν και το 66% αξιολογεί θετικά την αντίδραση της ΕΕ στην πανδημία, το 63% κρίνει αρνητικά τους χειρισμούς της στον πόλεμο στην Ουκρανία, στον πληθωρισμό (67%), στην ενεργειακή κρίση (76%), στο μεταναστευτικό (79%), αλλά και στην ελληνική κρίση (82%). Η στάση αυτή δεν μπορεί να εξεταστεί μεμονωμένα και μη συνδυαστικά με την επιθυμία για εμβάθυνση της ΕΕ. Η Ελλάδα έχει αλλάξει από μια χώρα που αρχικά αποζητούσε την ένταξη στη Ευρωπαϊκή Κοινότητα με την ελπίδα να ικανοποιήσει τα τοπικά της συμφέροντα σε μια από εκείνες τις χώρες που δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην πολιτική ανάπτυξη της Ευρώπης αφού αντιμετωπίστηκε συχνά και επί μια δεκαετία ως «απόκληρος» της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Τέλος, σε ένα αβέβαιο διεθνές περιβάλλον εξελισσόμενων κρίσεων και σε μια γειτονιά συγκρούσεων όπως είναι η ΝΑ Ευρώπη, το 78% των πολιτών επιθυμεί η Ελλάδα να παραμείνει μέλος του ΝΑΤΟ, το 46% συντάσσεται με τη Δύση στη διαμάχη Δύσης-Ρωσίας, το 56% θεωρεί ότι η ένταξη των Δυτικών Βαλκανίων στην ΕΕ θα φέρει μεγαλύτερη σταθερότητα στα Βαλκάνια η ΝΑ Ευρώπη, ενώ το 38% εμπιστεύεται περισσότερο την ΕΕ από τις ΗΠΑ στην αντιμετώπιση των διεθνών ζητημάτων. Επιστρέφουμε, με άλλα λόγια, στην αρχική σκέψη του Κ. Καραμανλή του πρεσβύτερου για τον οποίο η ένταξη στην τότε ΕΟΚ είχε σκοπό την ασφάλεια και λιγότερο την οικονομική ευμάρεια.

Ξεχωριστή μνεία για τα αδύναμα κοινωνικά στρώματα

Οι έχοντες χαμηλή εκπαίδευση, όσοι τα βγάζουν πέρα με μεγάλη δυσκολία, οι εργάτες/ αγρότες, οι άνεργοι, τα πιο αδύναμα στρώματα της ελληνικής κοινωνίας με λίγα λόγια, νιώθουν αποκομμένα από την ευρωπαϊκή και παγκόσμια πραγματικότητα, τη στιγμή που τα κόμματα εξουσίας – ΝΔ, ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, ΣΥΡΙΖΑ - έχουν μετατοπιστεί προς τις μεσαίες και ανώτερες ομάδες του πληθυσμού, εκείνες τις ομάδες, δηλαδή, που βγαίνουν κερδισμένες από την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και την παγκοσμιοποίηση. Στους μη έχοντες εντοπίζονται τα μεγαλύτερα ποσοστά αρνητικής γνώμης για την ΕΕ και τους θεσμούς της, καθώς και αρνητικού απολογισμού της ευρωπαϊκής ένταξης της χώρας – κυρίως ως προς την οικονομική σταθερότητα και ευημερία. Συντάσσονται με τη Ρωσία και είναι γενικώς καχύποπτοι απέναντι στους ευρω-ατλαντικούς θεσμούς. Αντιτίθενται στην περαιτέρω εμβάθυνση της νομισματικής ένωσης και πιστεύουν πώς η ζωή τους ήταν καλύτερη με τη δραχμή. Ωστόσο, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι σε ένα υποτιθέμενο δημοψήφισμα εντός/ εκτός ευρώ θα ψήφιζαν υπέρ του ευρώ (51%).

Οι μη έχοντες ταυτίζουν τη μοίρα της Ελλάδας με εκείνη της Ευρώπης και επιθυμούν τη διατήρηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου, αλλά και την εμβάθυνση των ομοσπονδιακών πολιτικών όπως κοινή εξωτερική πολιτική και άμυνα, κοινή ενεργειακή πολιτική και κοινή δημοσιονομική πολιτική. Η καχυποψία τους απέναντι στο ευρωπαϊκό εγχείρημα πηγάζει από την αδυναμία του εγχώριου πολιτικού συστήματος να τους ενσωματώσει στο ευρωπαϊκό γίγνεσθαι και να τους πείσει ότι η ΕΕ δεν είναι ένα ελιτίστικο γραφειοκρατικό και σπάταλο «κλαμπ» που στερείται δημοκρατικής νομιμότητας και διαφάνειας, που εξυπηρετεί τη μεγάλη επιχειρηματική ελίτ σε βάρος της εργατικής τάξης, που είναι υπεύθυνη για τη λιτότητα και υψηλά επίπεδα μετανάστευσης υπονομεύοντας ταυτόχρονα την εθνική κυριαρχία. Έτσι, όμως, οι άλλοτε «μη προνομιούχοι» που πρωταγωνίστησαν στα δημοκρατικά δρώμενα της Μεταπολίτευσης αφήνονται βορρά στον λαϊκισμό, αριστερό και δεξιό, που αποσταθεροποίησε τη χώρα την προηγούμενη δεκαετία, ενώ αναδεικνύεται ακόμη πιο απρόβλεπτος μπροστά στις προκλήσεις αυτής της δεκαετίας.

Η ανάλυση προετοιμάστηκε από τον Αλέξη Ρουτζούνη, Διευθυντή Ερευνών της Kappa Research, στο πλαίσιο της έκδοσης της έρευνας “The image of Europe in Greece today”.

Δείτε εδώ το βίντεο της παρουσίασης.

At this point you will find an external content that complements the content. You can display it with one click.

© Friedrich Naumann Foundation for Freedom Greece and Cyprus